неуклонно - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

неуклонно - translation to πορτογαλικά


неуклонный      
(неизменный) contínuo ; (постоянный) constante ; (непоколебимый) firme
неуклонно      
(неизменно) constantemente ; (безостановочно) sem parar ; (непоколебимо) firmemente, sem esmorecer
progressivo         
PÁGINA DE DESAMBIGUAÇÃO DE UM PROJETO DA WIKIMEDIA
Progressiva
(матем.) прогрессирующий, неуклонно возрастающий, монотонно возрастающий, поступательный

Ορισμός

неуклонно
нареч.
Соотносится по знач. с прил.: неуклонный.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για неуклонно
1. Долг государства перед военными пенсионерами неуклонно растет, равно как наш жизненный уровень неуклонно падает.
2. Перечень импортных компонентов, как это предусмотрено соглашением, будет неуклонно сокращаться, а российских комплектующих неуклонно расти.
3. Последовательно и неуклонно изводится книготорговля.
4. Неуклонно развивалось международное военное сотрудничество.
5. Причина - неуклонно увеличивался градус напитков.